Η επανάσταση του 1821 στη νότιο Ελλάδα, φέρνει αναβρασμό στις τάξεις της ελληνικής κοινότητας. Η μετάδοση του επαναστατικού κινήματος σε Θεσσαλία και Χαλκιδική επιφέρει τα αντίποινα και την τρομοκρατία της τουρκικής διοίκησης. Εκτελούνται αρκετοί σημαντικοί πρόκριτοι και ο μητροπολίτης Κίρους Μελέτιος (αναπληρωτής του αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης), στην πλατεία Ραββινίας (σημερινή πλατεία Βλάλη), με απαγχονισμό. Το γενικό κύμα φυγής του ελληνικού στοιχείου ανακόπτει προσωρινά τη συμμετοχή του στην οικονομική ανάπτυξη της πόλης, που θα συνεχιστεί σε όλη τη διάρκεια του 19ου αι. και θα εκτοξευθεί στο τελευταίο του τέταρτο.
Οι θεσμικές νεωτεριστικές αλλαγές, που συμβαίνουν στο εσωτερικό της οθωμανικής αυτοκρατορίας και που επηρεάζουν σημαντικά και την πόλη της Θεσσαλονίκης, είναι οι πολιτικές μεταρρυθμίσεις του σουλτάνου Αβδούλ Μετζίτ, που δημοσιεύτηκαν με το διάταγμα του Hatti Serif Humayunu Gulhane (1839) και με την εξαγγελία Hatti Humayun (1856), που άλλαζαν τις διοικητικές δομές και έδιναν μεγαλύτερες ελευθερίες στους κατοίκους της αυτοκρατορίας. Το 1869 εγκαθίσταται στην πόλη η πρώτη δημοτική αρχή και αρχίζει προσπάθεια εξωραϊσμού της πόλης. Αποξηραίνεται το παθογόνο έλος δυτικά της πόλης και γίνεται ο κήπος του Μπεχ - Τσινάρ, γκρεμίζονται τα παραθαλάσσια τείχη και αργότερα κάποια από τα περιμετρικά, ανοίγεται ο δρόμος της παραλίας.
Η οικονομική ανάπτυξη βασίζεται κυρίως στο εμπόριο και στην εισροή κεφαλαίων από τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Οι χώρες αυτές διεισδύουν ιμπεριαλιστικά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, που συρρικνώνεται αντιμετωπίζοντας πλείστα προβλήματα. Χαρακτηριστικό είναι το δασμολόγιο που έχουν πετύχει οι Ευρωπαίοι : 3% ενιαίος δασμός για τους Ευρωπαίους, 4% για τους μουσουλμάνους και 5% για τους ραγιάδες υπηκόους. Επίσης γνωρίζουμε πως το 1839 κατοικούσαν στη Θεσσαλονίκη 165 χριστιανικές οικογένειες και 108 ισραηλιτικές με ευρωπαϊκή υπηκοότητα ή «προστασία», οι επονομαζόμενοι βερατλήδες ή μπερατλήδες. Το 1913, από τους 10.000 ξένους υπηκόους της Θεσσαλονίκης, οι Έλληνες αποτελούν το 50%, 5.000 άτομα (Μοσκώφ, Κ., 1988, σ.σ. 268 και 269-70 υποσημείωση). Το εμπόριο όμως απαιτεί δρόμους. Έτσι το 1871 κατασκευάζεται η σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης - Σκοπίων με αυστριακά κεφάλαια, που διαχειρίζεται η οικογένεια Χιρς. Το 1881 ολοκληρώνεται η σύνδεση με Βελιγράδι και το 1894 η σύνδεση με το Μοναστήρι, με κεφάλαια της Deutsche Bank. Το 1896 ολοκληρώνεται η σιδηροδρομική σύνδεση Θεσσαλονίκης - Κωνσταντινούπολης και το 1891 εγκαινιάζεται τι ιππήλατο τραμ, στη γραμμή Τελωνείο - Παραλία - οδός Πύργων. Το 1907 γίνεται ηλεκτροκίνητο.
Το 1836 στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης καταπλέουν πλοία συνολικής χωρητικότητας 25.000 τόνων, ενώ το 1869 243.000 τόνων. Το 1869 γκρεμίζονται τα παραθαλάσσια τείχη. Η κίνηση του λιμανιού πολλαπλασιάζεται, ιδίως σε τονάζ ( το 1881, 5.633 πλοία από τα οποία 345 ατμόπλοια, 425.016 τόνοι - το 1889, 8.946 πλοία από τα οποία 1.540 ατμόπλοια και 1.467.517 τόνοι). Το εξωτερικό εμπόριο της Θεσσαλονίκης στα 1900 φτάνει τα 82.000.000 χρ. φράγκα και στα 1911 τα 160.000.000 χρ. φράγκα, περισσότερο από το 15% του συνόλου του οθωμανικού, του 60% του βουλγαρικού, του 67% του ελληνικού και του 95% του σερβικού εξωτερικού εμπορίου (Μοσκώφ, 1988: 260 - 261). Όμως τα οικονομικά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υπόκεινται από το 1875 (διάταγμα Μουχαρέμ) σε άμεσο ευρωπαϊκό έλεγχο. Η κυρίαρχη τράπεζα στην Αυτοκρατορία, η Οθωμανική Τράπεζα, δημιούργημα γαλλικών και βρετανικών κεφαλαίων, είναι κυρίαρχη και στην αγορά της Θεσσαλονίκης. Το 1888 οι γηγενείς ισραηλίτες Αλατίνι ιδρύουν την Τράπεζα Θεσσαλονίκης με αυστριακά κεφάλαια, κυρίως της Lander Bank. Είναι η τράπεζα στήριξης του ισραηλιτικού εμπορίου ως τα 1909 που μεταφέρεται στην Κωνσταντινούπολη. Στα 1899 η Τράπεζα Μυτιλήνης ιδρύει υποκατάστημα στη Θεσσαλονίκη, που μαζί με το υποκατάστημα της Τράπεζας Βιομηχανικής Πίστης (ελληνικών συμφερόντων) θα παίξουν σημαντικό ρόλο συντονιστή των οικονομικών δραστηριοτήτων του ελληνισμού της Μακεδονίας, αλλά και πολιτικό ρόλο στα δύσκολα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα.
Το πρώτο εργοστάσιο στην πόλη ιδρύεται στα 1854 και είναι ένας ατμόμυλος. Στα 1873 ιδρύεται ο μεγάλος ατμόμυλος Αλατίνι, στα 1870 η σαπωνοποιεία Βουδελίκα, στα 1878 η νηματουργία Ησαΐα και τα οινοπνευματοποιεία Μισραχήμ και Σία. Στα 1884 υπάρχουν 10 αλευρόμυλοι, 2 νηματουργεία, 1 οινοπνευματοποιείο, 6 σαπωνοποιεία, 1 κεραμουργείο, 1 καρφοβελονοποιείο, 1 καπνεργοστάσιο (της Ρεζί). Η επεξεργασία καπνού είναι ο κύριος βιομηχανικός κλάδος της πόλης. Απασχολούνται περίπου 10.000 εργάτες, κατά μέσο όρο κάθε χρόνο για ένα εξάμηνο (Μοσκώφ, 1988: 263). Στην απογραφή του 1890 καταγράφονται στην πόλη της Θεσσαλονίκης 13 αλευρόμυλοι, 4 νηματουργεία μεταξιού, 1 βελονοποιείο, 1 οινοπνευματοποιείο, 1 χαρτοποιείο, 1 σιδηρουργία, 1 εργοστάσιο επεξεργασίας καπνού και 3 σαπωνοποιίες. Δηλώνεται σαφώς, στο συνοδευτικό κείμενο της απογραφής, πως η εκβιομηχάνιση προχωρά με αργά βήματα : «... η βιομηχανία διατροφής ασκείται με πολύ παλιές μεθόδους.[...] Δυστυχώς στο βιλαέτι μας ούτε η υφαντουργία έχει ακόμη βιομηχανοποιηθεί». Καταγράφεται επίσης η κρίση των παραγωγικών μονάδων λόγω του ανταγωνισμού των ευρωπαϊκών προϊόντων, «Αν και τα συναφή με την παραγωγή λουτρικών ειδών επαγγέλματα ήταν πολύ ανεπτυγμένα στο βιλαέτι μας, ειδικά στη Θεσσαλονίκη και τη Βέροια, ο ανταγωνισμός των ευρωπαϊκών προϊόντων οδήγησε σταδιακά στην παρακμή και σχεδόν στην καταστροφή του κλάδου. [...] Τα κιλίμια και οι κετσέδες της Θεσσαλονίκης ήταν κάποτε πολύ δημοφιλή, τώρα όμως τείνουν να εξαφανιστούν και η παραγωγή περιορίσθηκε σε 5 - 6 αργαλειούς. [...] η βυρσοδεψία κάποτε άνθιζε, αλλά στη συνέχεια δεν μπόρεσε να αντισταθεί στον ξένο ανταγωνισμό και έχασε την παλαιότερη σημασία της.» (Χεκίμογλου, Ε.- Danacioglu, 1998: 20).
Το εξωτερικό εμπόριο στις αρχές του 20 ου αι. παραμένει στα χέρια ισραηλιτών. Από τους 54 μεγάλους εμπορικούς οίκους της πόλης, οι 38 ανήκαν σε ισραηλίτες, οι 8 σε ντονμέδες και οι 8 σε ρωμιούς. Στον τομέα του εσωτερικού εμπορίου στις 12 μεγαλύτερες επιχειρήσεις, οι 5 ανήκουν σε ισραηλίτες, οι 5 σε Έλληνες και οι δύο σε μουσουλμάνους (Μοσκώφ, 1988: 270).
Οι εργάτες στην πόλη είναι περίπου 25.000 και απ\" αυτούς 12.000, σχεδόν το 50%, απασχολούνταν στην βιομηχανία, έστω και εποχιακά (ιδίως στην επεξεργασία του καπνού και μεγάλο ποσοστό είναι γυναίκες και παιδιά) (Μοσκώφ, 1988: 271). Σύμφωνα με την απογραφή του 1890 οι εργάτες τεχνίτες τόσο στον κλάδο της βιομηχανίας όσο και σε επίπεδο βιοτεχνικό είναι 85.000 (2.000 μόνιμοι βιομηχανικοί εργάτες, 7.500 υφαντές και 75.000 άλλοι τεχνίτες). Δεν συμπεριλαμβάνονται οι εποχιακά εργαζόμενοι ιδίως στην επεξεργασία καπνού. Στο κείμενο της απογραφής δηλώνεται πως ο αριθμός αυτός «... αντιπροσωπεύει περίπου ποσοστό 5% του πληθυσμού. Καταλαβαίνουμε έτσι γιατί η βιομηχανία μας είναι σε τόσο χαμηλό επίπεδο, όταν λάβουμε υπόψη ότι το αντίστοιχο ποσοστό είναι πάνω από 30% σε χώρες όπως η Γαλλία, η Αγγλία, η Γερμανία, το Βέλγιο κτλ.» (Χεκίμογλου - Danacio?lu, 1998: 20-22).Υπάρχουν επίσης 3.000 αγροτικοί εργάτες, 2.000 εργαζόμενοι στις οικοδομές και 3.000 εργαζόμενοι στο λιμάνι. Σημαντικό μέρος του πληθυσμού είναι και το οικιακό προσωπικό, περισσότερο από 5.000 ίσως και 10.000 άτομα στα 1910 (Μοσκώφ, 1988: 271)
Κορομπόκης Δημήτρης, Κοτίνης Χρήστος (1999)
"Θεσσαλονίκη, πολυπρόσωπη πόλη"
Virtual School, The sciences of Education Online, τόμος 1, τεύχος 4, Σεπτέμβριος 1999 http://www.auth.gr/virtualschool/1.4/Praxis/KotinisThessaloniki.html
Οι παραπομπές στα άρθρα, που δημοσιεύει το περιοδικό, πρέπει να συμπεριλαμβάνουν τις παραπάνω πληροφορίες.
*Εργασία που εκπονήθηκε στα πλαίσια των μαθημάτων της Θ. Ανθογαλίδου.
Επιμέλεια, διορθώσεις Θ. Ανθογαλίδου
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1. ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
8. ΓΑΛΕΡΙΑΝΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ - ΡΟΤΟΝΤΑ