Β) Η μοίρα της Ζεύγμας θυμίζει κάτι από Αμπού-Σιμπέλ
Και τα δύο σπουδαία μνημεία καταδικάστηκαν λόγω της θέσης τους να χαθούν κάτω από τα νερά δύο μεγάλων ποταμών, του Ευφράτη το πρώτο και του Νείλου το δεύτερο, όταν κατασκευάστηκαν υδροηλεκτρικά φράγματα στα ποτάμια αυτά (το φράγμα του Μπιρετσίκ και το φράγμα του Ασσουάν). Μόνο που στην περίπτωση του Αμπού-Σιμπέλ η συνεργασία της Αιγύπτου με διεθνείς οργανισμούς έσωσε τελικά το μνημείο, που κομμάτι-κομμάτι μεταφέρθηκε σε ασφαλή περιοχή, ενώ στην περίπτωση της Ζεύγμας η αδιαλλαξία της τουρκικής κυβέρνησης καταδίκασε την αρχαία πόλη να βυθιστεί κατά 80% κάτω από τα νερά του Ευφράτη. Επειδή η ιστορία αυτή είναι σχετικά πρόσφατη, (το 2000) πολλοί μπορεί να θυμούνται τη διεθνή κατακραυγή που προκάλεσε η απόφαση της Τουρκίας να κατασκευάσει φράγμα στον Ευφράτη στην πόλη Μπιρετσίκ. Μα ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή και να πούμε δυό λόγια για την ιστορία της Ζεύγμας.
Όταν ο Μέγας Αλέξανδρος πέρασε τον Ευφράτη, κατασκεύασε γι΄ αυτό το σκοπό μια πλωτή ξύλινη γέφυρα πάνω σε λέμβους. Αργότερα ο Σέλευκος Α΄ ίδρυσε από μία πόλη σε κάθε μεριά της γέφυρας: την Σελεύκεια του Ευφράτη στην ανατολική όχθη και την Απάμεια (στο όνομα της γυναίκας του) στη δυτική. Με την πάροδο του χρόνου οι δύο πόλεις ενώθηκαν και ονομάστηκαν Ζεύγμα λόγω της γέφυρας που της έδινε στρατηγική θέση και πλούτη. Τα πλούτη αυτά επέτρεψαν στους κατοίκους επί ρωμαϊκής εποχής να κτίσουν μεγαλοπρεπείς επαύλεις τις οποίες στόλισαν με περίτεχνα ψηφιδωτά στα δάπεδα και νωπογραφίες στους τοίχους. Η τέχνη των ψηφιδωτών έφθασε στο απόγειό της την εποχή εκείνη, δίνοντας εξαιρετική έκφραση στα πρόσωπα, αλλά μη παραλείποντας και τα περίτεχνα διακοσμητικά μοτίβα.
Τον 1ο π.Χ. αιώνα ,όταν η πόλη περιήλθε στους Ρωμαίους, ο αυτοκράτορας Τραϊανός έκτισε νέα πέτρινη γέφυρα σε αντικατάσταση της παλιάς ξύλινης. Εκείνη την εποχή η Ζεύγμα έφθασε στο ζενίθ της ακμής της και ήταν η μεγαλύτερη πόλη στα ανατολικά σύνορα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Το 256 μ.Χ. κάηκε από τους Σασσανίδες χάνοντας μεγάλο μέρος της παλιάς αίγλης της, και το 637 μ.Χ. λεηλατήθηκε από τους Αραβες, οπότε και σταδιακά εγκαταλείφθηκε.
Οι πρώτες ανασκαφές στη Ζεύγμα ξεκίνησαν το 1917 και συνεχίστηκαν αργότερα, ενώ από το 1990 εντατικοποιήθηκαν λόγω της ανόδου του νερού. Αγνοώντας την ιστορική και αρχαιολογική σημασία, αλλά και τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να αξιοποιήσει την πόλη, η τουρκική κυβέρνηση αποφάσισε τη δημιουργία φράγματος για παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας στην περιοχή, εξαφανίζοντας για πάντα το μοναδικό αυτό μνημείο.
Η πρώτη πράξη του «εγκλήματος» εκτελέστηκε τον Ιούνιο του 2000, όταν 10 ώρες μετά την έναρξη λειτουργίας του φράγματος, το 80% της Ζεύγμας μαζί με δεκάδες άλλα χωριά που κατοικούνταν ακόμα εξαφανίστηκαν κάτω από τα νερά. Μάχη με το χρόνο έδωσαν οι αρχαιολόγοι που βρέθηκαν στη Ζεύγμα για να σώσουν όσες περισσότερες αρχαιότητες μπορούσαν, πριν χαθούν για πάντα. Μετά από έκκληση των Τούρκων αρχαιολόγων, κατέφθασαν στο χώρο Ιταλοί, Αγγλοι, Γερμανοί και Γάλλοι επιστήμονες ειδικευμένοι στα ψηφιδωτά, που ξεκίνησαν τη διάσωση των πολυτιμότερων έργων τέχνης . Σε ένα ρεσιτάλ αδιαφορίας και αδιαλλαξίας η τουρκική κυβέρνηση δεν δέχθηκε να καθυστερήσει έστω και λίγο την έναρξη λειτουργίας του φράγματος, κι έτσι πολλά ψηφιδωτά αφαιρούνταν κυριολεκτικά μέσα από το νερό, ενώ η στάθμη του ποταμού ανέβαινε. Οι αρχαιολόγοι που έκαναν υπεράνθρωπη προσπάθεια για να μεταφέρουν τα μνημεία σε ασφαλές μέρος, κάνουν λόγο για σκάνδαλο και τεράστια πολιτιστική καταστροφή.
Τα ψηφιδωτά που σώθηκαν, υψηλής αισθητικής αξίας και τεχνικής αρτιότητας, φιλοξενούνται σήμερα στο Zeugma Mozaik Muzesi του Gaziantep, το οποίο άνοιξε τις πύλες του στο κοινό το 2011. Ίσως από τύψεις για την καταστροφή που προκάλεσε και συνειδητοποιώντας επιτέλους την σπουδαιότητα των αρχαίων ευρημάτων, το τουρκικό κράτος κατασκεύασε ένα εξαιρετικό μουσείο, βραβευμένο ανάμεσα στα τρία καλύτερα του κόσμου, για την έκθεση των ευρημάτων της Ζεύγμας, ενώ έχει αποφασίσει την συνέχιση της ανασκαφικής προσπάθειας στο μικρό τμήμα που δεν έχει βυθιστεί.
Είναι το μουσείο του Gaziantep, μιας μεγάλης πόλης 1.200.000 κατοίκων, πατρίδας του πράσινου φυστικιού και του καλύτερου μπακλαβά της Τουρκίας. Διαθέτει αεροδρόμιο με συχνή επικοινωνία με την Κων/πολη και είναι πολύ ζωντανή (όσοι παρακολουθούν τούρκικα σήριαλ θα την θυμούνται από το ελληνοτουρκικό σήριαλ «τα σύνορα της αγάπης»).
Νίκος Καρνής