"Κάθε χρόνο ὁ Ἅγιος Βασίλης τὶς παραμονὲς τῆς Πρωτοχρονιᾶς γυρίζει ἀπὸ χώρα σὲ χώρα κι ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριό, καὶ χτυπᾶ τὶς πόρτες γιὰ νὰ δεῖ ποιὸς θὰ τὸν δεχτεῖ μὲ καθαρὴ καρδιά."
Με αυτήν την φράση ξεκινά ένα από τα αγαπημένα διηγήματα του Φώτη Κόντογλου "Το βλογημένο μαντρί", συνδέοντας και αναδεικνύοντας την νεοελληνική παράδοση του Αγίου Βασιλείου που τα χαρακτηριστικά του είναι η φιλανθρωπία, η ευλογία, η συμπαράσταση.
Κατά παράδοση οι ελληνόφωνοι ορθόδοξοι φαντάζονταν τον Άγιο Βασίλειο ως έναν γέροντα φτωχικά ντυμένο που ζητά τη φιλοξενία κι όπου τον υποδεχτούν, χωρίς να ξέρουν ποιος είναι, μοιράζει ευλογία για υγεία και ευημερία στη νέα χρονιά. Κι από όπου δεν του ανοίξουν την πόρτα, φεύγει θλιμμένος και το σπίτι χάνει την ευλογία του.
Πόσο ομοιάζει αυτή η παράδοση με τον μύθο του Ξένιου Δία που μες στη μεγάλη κακοκαιρία του χειμώνα ντυνόταν φτωχός γέροντας και χτυπούσε τις πόρτες των σπιτιών για να δει ποιος θα τον φιλοξενήσει κι ανάλογα να τον δωροδοτήσει.
Το ίδιο νήμα νόημα για την αξία της φιλοξενίας, της συμπερίληψης και της αλληλεγγύης διαρρέει τον ελληνισμό με σύμβολα λιτά και δυναμικά
Βασιλική Φυτώκα
ο πίνακας είναι έργο του ζωγράφου Χρήστου Μποκόρου