Listeners:
Top listeners:
StarClassic Radio Εκπέμπουμε με άξονα τη χαρά
today17 Νοεμβρίου, 2023 35 1
Το πευκόφυτο Νησί καταλαμβάνει έκταση περίπου 220 στρεμμάτων. Πως είναι όμως να συναναστρέφεσαι με 150 ανθρώπους, τους ίδιους κάθε μέρα; Να περιβάλλεσαι από νερό, ενώ βρίσκεσαι ανάμεσα στα βουνά της Ηπείρου;
Απομονωμένοι ή και όχι. Προνομιούχοι ή και όχι. Σκληραγωγημένοι ή και όχι. Τα πάντα στη ζωή έχουν δύο όψεις. Εξαρτάται από την οπτική γωνία που κοιτάς, από το πρόσημο –θετικό ή αρνητικό– που το μυαλό επιλέγει να προσδώσει. Για τον 12χρονο Μάξιμο Τσιτώνη, πρόσημα δεν υπάρχουν. Σηκώνεται κάθε πρωί, μπαίνει με τους άλλους επτά μαθητές στο καραβάκι και πέντε λεπτά αργότερα αποβιβάζεται στα Γιάννενα και στο σχολείο. Μια γλυκιά ρουτίνα. Δεν τον νοιάζει αν φύγει από το νησί, δεν τον νοιάζει αν μείνει. Αν πάλι για κάποιον λόγο χάσει το καραβάκι, κανένα πρόβλημα. Μπαίνει στη βάρκα του πατέρα του και περνά απέναντι. Μόνος του. Έτσι μεγαλώνουν τα παιδιά στο νησί, μέσα στο νερό.
Την ίδια ώρα, ο Κώστας Λάππας, πρόεδρος του συνεταιρισμού αλιέων, που είναι ο παλαιότερος της Ελλάδας, μπαίνει στο καΐκι του και πλέει προς την Ντραμπάτοβα. Μέσα στην πυκνή ομίχλη, η οποία κατακάθεται κάθε πρωί στη λίμνη Παμβώτιδα. Θα πιάσει στα δίχτυα γριβάδια και πεταλούδες και έπειτα θα παραδώσει την ψαριά στον έμπορο, που περιμένει στην απέναντι ακτή, προς 1-2,5 ευρώ το κιλό. Τα περισσότερα αλιεύματα θα φύγουν απευθείας για Ρουμανία, όπως όλων των ψαράδων της Παμβώτιδας.
«“Παμβώτιδα” θα πει αυτή που θρέφει τους πάντες, και έτσι είναι η λίμνη μας. Έσωσε διαχρονικά τους Γιαννιώτες, ήδη από την Κατοχή, όταν αντάλλασσαν τα ψάρια με σιτάρι και άλλες πρώτες ύλες, έως και πρόσφατα με την οικονομική κρίση ή την πανδημία. Όλοι έχουμε βάρκα, όλοι ξέρουμε να ψαρεύουμε, στα δύσκολα ως ψαράδες επιβιώνουμε», λέει ο Άρης Λιούμπος, πρόεδρος της κοινότητας. Εκατόν πενήντα άνθρωποι ζουν σήμερα στο νησί, που λέγεται απλώς «Νησί» και είναι ένα από τα ελάχιστα κατοικημένα νησιά λίμνης στον κόσμο (στην Ελλάδα κατοικείται και ο Άγιος Αχίλλειος, στην Πρέσπα). Ψαράδες, λεμβούχοι, συνταξιούχοι και εργαζόμενοι στον τουρισμό, κάθε οικογένεια έχει τη βάρκα της, ενώ τα καραβάκια πηγαινοέρχονται ανά μισή ή μία ώρα ανάλογα με την εποχή, από τις 8 το πρωί έως τις 9 το βράδυ. Οι 50 λεμβούχοι έχουν συνασπιστεί σε σωματείο και έχουν στήσει ένα άψογο σύστημα για τα 13 καραβάκια, ώστε να δουλεύουν όλοι, δίχως ανταγωνισμούς. Η πλεύση διαρκεί 10 λεπτά και ο υδάτινος δρόμος έχει διαγράμμιση από σημαδούρες, διαχωρίζοντας τα δύο ρεύματα κυκλοφορίας για τις ομιχλώδεις ημέρες. Από την πίσω πλευρά του Νησιού, η ηπειρωτική ακτή, η Ντραμπάτοβα, απέχει 180 μέτρα: από εκεί πηγαινοέρχονται οι ντόπιοι που παρκάρουν απέναντι τα αυτοκίνητα, εκεί βρίσκεται και η πλατφόρμα για τα οχήματα ανεφοδιασμού. Τον χειμώνα με τα πολλά μποφόρ καμιά φορά έχει απαγορευτικό, ωστόσο η λίμνη δεν παγώνει πια. Να μια ιστορία που αφηγούνται οι πάντες στο Νησί: κάποτε ήρθε στα Γιάννενα ένας επισκέπτης του πασά και νόμιζε ότι διέσχιζε πεδιάδα, ενώ κάλπαζε πάνω στην παγωμένη λίμνη. Να και μια φράση που θα ακούσετε: «Πνίγηκε ο τάδε». Και ξεκαρδίζονται στα γέλια. Έτσι λένε εδώ για όποιον πέσει στη λίμνη από τη βάρκα και μας διαβεβαίωσαν ότι όλοι έχουν «πνιγεί» τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους.
Το πευκόφυτο Νησί καταλαμβάνει έκταση περίπου 220 στρεμμάτων. Κατοικήθηκε τον 18ο αιώνα από Μανιάτες αιχμαλώτους του Ασλάν Πασά, στην πραγματικότητα όμως οι πρώτοι του κάτοικοι ήταν μοναχοί. Επτά μοναστήρια ιδρύθηκαν κατά τη βυζαντινή και μεταβυζαντινή εποχή, σχηματίζοντας την τρίτη μοναστική κοινότητα της Ελλάδας μαζί με το Άγιον Όρος και τα Μετέωρα. Σημαντικότερες (και επισκέψιμες) είναι των Φιλανθρωπηνών και Στρατηγοπούλου (ή Αγίου Νικολάου). Πήραν το όνομά τους από τις βυζαντινές αριστοκρατικές οικογένειες που τις ίδρυσαν, οι οποίες εγκατέλειψαν την Πόλη μετά την Άλωση το 1204 και κατέφυγαν στο Δεσποτάτο της Ηπείρου. Σπουδαία μνημεία τόσο από αρχιτεκτονικής όσο και από καλλιτεχνικής άποψης, με τις εκπληκτικής τέχνης τοιχογραφίες τους (ανάμεσά τους μια σπάνια απεικόνιση των αρχαίων φιλοσόφων), ενώ και ιστορικά ως μονές-σχολεία συνέβαλαν τα μέγιστα στην ανάδειξη των Ιωαννίνων ως «πόλης των γραμμάτων και των τεχνών». Σήμερα κατοικούνται εκείνη της Ελεούσας από ένα κοινόβιο τριών μοναχών και των Φιλανθρωπηνών από δύο μοναχές.
«Τα μοναστήρια του Νησιού είναι μοναδικά και αυτό θα έπρεπε να γίνει γνωστό, αξίζει να ζωντανέψουν. Δυστυχώς, ελάχιστοι επισκέπτες τα βλέπουν», λέει ο Φώτης Ραπακούσης, ιδρυτής του Μουσείου Αλή Πασά εντός της Μονής Αγίου Παντελεήμονα, εκεί όπου διαδραματίστηκε η τελευταία πράξη του δράματος του Αλή, με τη δολοφονία του. Μανιώδης συλλέκτης, έχει εκθέσει την προσωπική του συλλογή με γνήσια αντικείμενα της εποχής, προσελκύοντας εν τέλει τουρισμό στο Νησί. «Από το 2012 που ανακαινίσαμε το μουσείο, άρχισε να έρχεται κόσμος, σημαντική στήριξη για την τοπική οικονομία. Βοήθησε και η κατασκευή της Ιονίας Οδού», λέει.
Οι Νησιώτες βέβαια σχετίζονταν και παλαιότερα με τον τουρισμό, αφού λέγεται πως επί οθωμανικής αυτοκρατορίας, όταν η πόλη πλούτιζε, έρχονταν για νυχτερινές βαρκάδες, κυνήγι και γλέντια οι εύποροι Γιαννιώτες – οι Νησιώτες τούς φρόντιζαν ως βαρκάρηδες και έμπειροι κυνηγοί.
Εντούτοις, όλοι οι επισκέπτες είναι περαστικοί – ξενοδοχεία δεν υπάρχουν. Ο οικισμός, με την ηπειρώτικη αρχιτεκτονική, και χαρακτηριστικά την πέτρα και τις πλάκες σχιστόλιθου στις σκεπές, καταλαμβάνει πολύ μικρό τμήμα του και τόσο θα παραμείνει, καθώς η υπόλοιπη έκταση ανήκει στο δασαρχείο και στη Μητρόπολη. Αυτό είναι και το πρόβλημα των Νησιωτών, αν μπορεί να θεωρηθεί πρόβλημα η απαγόρευση ανοικοδόμησης που το διασώζει.
Κάθε σπίτι κληρονομείται από δύο-τρία παιδιά (και πολύ περισσότερα εγγόνια), οπότε μόνο ένα από αυτά μπορεί να συνεχίσει να κατοικεί εκεί. Το αν το θέλουν είναι άλλο ζήτημα. Από τις ιστορίες που άκουσα πάντως, έβγαλα το εξής συμπέρασμα: μόνο εάν η γυναίκα έχει μεγαλώσει στο Νησί, η οικογένεια θα εγκατασταθεί εκεί. Ειδάλλως, ως μη σκληραγωγημένη, εγκλωβίζεται ή ταλαιπωρείται. Με αυτά και με εκείνα, το 1975 ξεκίνησε η πληθυσμιακή παρακμή. Μέχρι τότε στο σχολείο, που έκλεισε οριστικά το 2002, υπήρχαν 40 παιδιά. Από τα 150 σπίτια σήμερα κατοικούνται γύρω στα 70. Τα υπόλοιπα είναι εξοχικά ή μπλεγμένα μεταξύ κληρονόμων. Οι απόπειρες δημιουργίας ενοικιαζόμενων κατοικιών, ωστόσο, είναι σε καλό δρόμο. Παρ’ όλα αυτά οι Νησιώτες δεν φαίνονται διατεθειμένοι να ξεβολευτούν και πολύ. Θέλουν και την ησυχία τους, την οποία ορίζει το τελευταίο καραβάκι της ημέρας.
«Έως τώρα επικρατούσε μια κακή λογική ότι οι επισκέπτες είναι ημερήσιοι εκδρομείς, οπότε δεν χρειάζεται να προσφέρεται και ποιότητα. Πλέον αυτό αλλάζει. Έχει μεγάλη σημασία ο κόσμος να ευχαριστηθεί και να φεύγει με όμορφες αναμνήσεις. Αλλά η αλήθεια είναι ότι τα βράδια μάς αρέσει που είμαστε ήσυχα», λέει ο λεμβούχος Κώστας Θαυμαστός, που διατηρεί και σουβλατζίδικο. Κρεατικά ανάμεσα σε βατραχοπόδαρα και χέλια; Παρότι βατράχια δεν ψαρεύονται πια στα Γιάννενα, αγοράζονται για να συντηρηθεί η ατραξιόν. Χέλια, καραβίδες, γριβάδια κολυμπούν στα ενυδρεία, χέρια απλώνονται και προσφέρουν γιαννιώτικο μπακλαβά και κλωστάρι (νοστιμότατα και τα δύο), κοσμήματα και αναμνηστικά αραδιάζονται στο κεντρικό καλντερίμι: η άγρα πελατών συνεχίζεται, ευτυχώς λιγότερο επιθετικά σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Καραβίδες με σκορδαλιά από καρύδι, ψωμί και τα ποδαράκια τους: Η Πόπη Χαρατσάρη μαγειρεύει για εμάς το κατεξοχήν νησιώτικο πιάτο. «Δεν υπάρχει στα μαγαζιά και στα Γιάννενα δεν το ξέρουν καν. Είναι των ψαράδων. Τώρα που η λίμνη δεν έχει καραβίδες, τις αγοράζουμε. Επίσης, το γριβάδι πλακί το φτιάχνουμε μόνο εμείς και γριβάδια υπάρχουν ακόμη στη λίμνη», μας λέει.
Η λίμνη, στο μεταξύ, έχει τη δική της πονεμένη ιστορία. Από τότε που αποξηράνθηκε η διπλανή Λαψίστα, τη δεκαετία του 1950, η παροχή νερού της Παμβώτιδας περιορίστηκε, ενώ τα χέλια έχασαν την είσοδό τους μέσω του ποταμού Καλαμά κατά την επιστροφή τους από τη θάλασσα των Σαργασών, όπου αναπαράγονται. Παρεμβάσεις στις ακτές έφραξαν τις πηγές και εξαφάνισαν τους καλαμιώνες οι οποίοι τη φίλτραραν, ενώ λύματα και βαρέα μέταλλα κατέληγαν για χρόνια στα νερά της. Η Παμβώτιδα μετατράπηκε σε μπανιέρα, ωστόσο, σύμφωνα με τη Μονάδα Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Ηπείρου, η οποία διαχειρίζεται το Κέντρο Πληροφόρησης στο Νησί, γίνονται προσπάθειες και είναι σε φάση ανάκαμψης.
Τα ψάρια έχουν μειωθεί πολύ, μας επιβεβαιώνει ο ψαράς Τάσος Χαρατσάρης και έπειτα μας εξηγεί το αλιευτικό σύστημα «μπουτσόν», με το κυκλικό δίχτυ και τους «βολκούς» για τα χέλια. Η Βασιλική Ράτσικα μας περιγράφει πώς ύφαινε στον αργαλειό τα καλάμια και έφτιαχνε ψάθες για το χλιμπούκο (σημαδούρα) και η Φρόσω Λιάσκου-Πέτσου μάς δείχνει τα παλιά εργαλεία στη βραβευμένη από τον Δήμο Ιωαννιτών αυλή της, τη γεμάτη αζαλέες, πανσέδες και τουλίπες: «Εγώ σε τρία λεπτά είμαι μες στην καρδιά της πόλης, εσείς πόσα θέλετε για το κέντρο της Αθήνας;» ρωτά με νόημα.
Γύρω στις 18.00, νύχτα πια, φεύγουν οι τελευταίοι επισκέπτες. Στα ξασπρισμένα σοκάκια επικρατεί απόλυτη ησυχία. Από κάπου μακριά φτάνει ο ήχος ενός μπουζουκιού – οι ντόπιοι στήνουν τα γλεντάκια τους γύρω από σόμπες. Σαν να μην τους αγγίζει τίποτα, βουτηγμένοι στην υγρασία, που φτάνει συχνά το 100%. Στο σπίτι της Ρένας και του δημοτικού συμβούλου Νίκου Σιορόκα, που μας φιλοξενούν, το τζάκι τριζοβολά. «Δεν το αλλάζω με τίποτα το Νησί», λέει ο Νίκος, και είναι μια φράση που ακούσαμε δεκάδες φορές. Αυτή η αλλιώτικη απομόνωση, που περικλείεσαι από νερό και την ίδια στιγμή είσαι πιο κοντά στην πόλη από οποιαδήποτε κοινότητα, μάλλον έχει μόνο θετικό πρόσημο. Η Ρένα, πάλι, μας καληνύχτισε με μια άλλη φράση που επίσης ακούσαμε πολλές φορές εδώ: «Μπαινοβγαίνετε ελεύθερα. Το κλειδί θα είναι πάνω στην πόρτα».
Πηγή: kathimerini.gr
Written by: StarClassic Team
Κάνοντας εγγραφή στο newsletter μας θα έχετε την δυνατότητα να ενημερώνεστε σχετικά με δράσεις, εκπομπές και άλλα νέα γύρω από το StarClassic Radio
Κάνοντας εγγραφή στο newsletter μας θα έχετε την δυνατότητα να ενημερώνεστε σχετικά με δράσεις, εκπομπές και άλλα νέα γύρω από το StarClassic Radio
Copyright StarClassic Radio
Σχόλια σε άρθρα (0)